Ο Jean Francois Thiriart γεννήθηκε στις Βρυξέλλες, στις 22 Μαρτίου του 1922 από μια οικογένεια φιλελεύθερων αντιλήψεων. Στα νιάτα του αγωνίστηκε ενεργά στην Σοσιαλιστική Νεολαία και στην Αντιφασιστική Σοσιαλιστική Ένωση. Για ένα διάστημα εργάστηκε με τον καθηγητή Kessamier, πρόεδρο της Φιλοσοφικής Εταιρείας Fichte Bund, θυγατρική της Εθνικο-μπολσεβικικής κίνησης του Αμβούργου. Στη συνέχεια, μαζί με άλλα στοιχεία της άκρας αριστεράς εργάζονται υπέρ μιας συμμαχίας του Βελγίου με το Εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ και προσχωρεί στην ένωση “Φίλοι του μεγάλου γερμανικού Ράιχ”. Για αυτή του την επιλογή, το 1943 καταδικάστηκε σε θάνατο από τους Βέλγους συμμάχους των Αγγλο-Αμερικανών. Θεωρούσε την Γερμανία ως ελπίδα για μία Σοσιαλιστική Ευρώπη, την οποία έβλεπε ιστορικά ως πλουτοκρατία. Κατά τη διάρκεια του Β’Π.Π. ο Thiriart εκπαιδεύτηκε στις μονάδες καταδρομέων του Otto Skorzeny, με τον οποίο διατήρησε μακρά φιλία στα χρόνια μετά τον πόλεμο. Το αγγλικό ραδιόφωνο βάζει το όνομά του στη μαύρη λίστα, την οποία διανέμει στους “αντιστασιακούς” με οδηγίες για την δολοφονία του. Μετά την “απελευθέρωση” εφαρμόστηκε εναντίον του ένα άρθρο του βελγικού ποινικού κώδικα που συνετάχθη στο Λονδίνο το 1942 και βάση αυτού πέρασε αρκετά χρόνια στη φυλακή. Όταν απελευθερώνεται, ο δικαστής του στερεί το δικαίωμα να γράφει. Τα επόμενα χρόνια κράτησε ένα χαμηλό προφίλ. Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, αγαπούσε τις γάτες… Δημιούργησε και μία πολύ επιτυχημένη και κερδοφόρα επιχείρηση Οπτομετρίας, με αλυσίδα καταστημάτων σε όλη την Ευρώπη. Εκμεταλλευόμενος τα επαγγελματικά του ταξίδια, εύρισκε πάντα ευκαιρία να επισκέπτεται τον Otto Skorzeny στην Ισπανία, αλλά γενικά δεν ανακατεύονταν με τα πολιτικά.

Το 1960 το Βέλγιο συγκλονίζεται από τις πολιτικές εξελίξεις και οι Βέλγοι αισθάνονται προδομένοι από την κυβέρνησή τους. Είναι η περίοδος της εγκατάλειψης του Κονγκό ως αποικία και τότε ο Thiriart συμμετείχε στην ίδρυση της “Επιτροπής Δράσης και υπεράσπισης των Βέλγων της Αφρικής” (Comite d’Action et de Defense des Belges d’Afrique), που σύντομα έγινε το “Κίνημα Δράσης Πολιτών” (Mouvement d’Action Civique). Ως εκπρόσωπος του οργάνου αυτού, στις 4 Μαρτίου του 1962, στη Βενετία, ο Thiriart συναντά τους ηγέτες άλλων πολιτικών ομάδων στην Ευρώπη και εκδίδεται κοινή δήλωση με την οποία αναλάμβαναν την προπαρασκευή του “Εθνικού Ευρωπαϊκού Κόμματος”, με επίκεντρο την ιδέα της ευρωπαϊκής ενότητας, η οποία δεν δεχόταν την δορυφοροποίηση της Δυτικής Ευρώπης στις ΗΠΑ, όπως επίσης δεν δεχόταν και την απόσπαση των εδαφών της Ανατολής, από την Πολωνία και την Ουγγαρία έως τη Βουλγαρία. Μεταξύ αυτών που συμμετείχαν, ο Sir Oswald Mosley, το “MAC” (Mouvement d’Action Civique), το “MSI” (Movimento Sociale Italiano), το “Union Movement”, και το “Reichspartei”. Η ιδέα αυτού του τόσο πρωτοποριακού Ευρωπαϊκού κόμματος τελικά ακυρώθηκε σύντομα στην πράξη, λόγω των μικρο-εθνικιστικών αντιπαραθέσεων μεταξύ των Ιταλών και Γερμανών που θα συνυπέγραφαν το μανιφέστο της Βενετίας.

Το δίδαγμα που αντλεί από αυτή την αποτυχία ο Thiriart, είναι ότι ένα τέτοιο Ευρωπαϊκό Κόμμα δεν μπορεί να δημιουργηθεί από μια συμμαχία μικρών εθνικών ομάδων και κινημάτων, αλλά πρέπει να είναι εξ αρχής ένας οργανισμός φτιαγμένος σε επίπεδο ευρωπαϊκής ενότητας. Έτσι γεννήθηκε, τον Ιανουάριο του 1963, η θρυλική “Ευρωπαϊκή Νεολαία” (Jeune Europe), ένα εξαιρετικά δομημένο κίνημα, που σύντομα εξαπλώνεται στο Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Γαλλία, την Ελβετία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Αγγλία. Κύριο σύνθημά τους: “Ούτε Ουάσιγκτον – Ούτε Μόσχα”.

Η πρωτοτυπία της Ευρωπαϊκής Νεολαίας έγκειται στην ιδεολογία της, τον Εθνικό Ευρωπαϊκό Κοινοτισμό, που ο Thiriart παρουσιάζει σαν έναν ευρωπαϊκό μοντέρνο μη-μαρξιστικό σοσιαλισμό, ενάντια στις κρατικιστικές γραφειοκρατίες. Προκαλώντας τη ρομαντική αντίληψη του έθνους που κληρονόμησε από τον δέκατο ένατο αιώνα, η οποία κατ’ αυτόν υπάγεται σε ντετερμινισμούς εθνοτικούς, γλωσσικούς, θρησκευτικούς, προτιμά την ιδέα ενός δυναμικού έθνους. Του έθνους – κοινότητα όπως περιγράφεται από Jose Ortega y Gasset. Χωρίς να απορρίπτει το κοινό παρελθόν, πιστεύει ότι “αυτό το παρελθόν δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με το γιγάντιο κοινό μέλλον… Αυτό που κάνει το Έθνος πραγματικότητα και ζωτική δύναμη είναι η ενότητα του ιστορικού πεπρωμένου.”

Το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκης Νεολαίας παρουσιάζεται στο “Μανιφέστο ενός Ευρωπαϊκού Έθνους”, το οποίο αρχίζει ως εξής:
“Ανάμεσα στο Σοβιετικό μπλοκ και το μπλοκ των ΗΠΑ, η αποστολή μας είναι να οικοδομήσουμε μια μεγάλη Πατρίδα: Την Ευρώπη, ενωμένη, ισχυρή, κοινοτιστική (…) Από την Βρέστη ως το Βουκουρέστι.” Η τοποθέτησή τους ήταν υπέρ μιας ξεκάθαρα ενωμένης Ευρώπης. “Η ομοσπονδιακή Ευρώπη ή η Ευρώπη των πατρίδων είναι έννοιες που κρύβουν έλλειψη ειλικρίνειας και γηρασμένες ιδέες από εκείνους που τις υπερασπίζονται (…) Εμείς καταδικάζουμε τους μικρούς εθνικισμούς που διατηρούν μεταξύ τους οι πολίτες του Ευρωπαϊκού Έθνους. (…) Η Ευρώπη πρέπει να επιλέξει μια ισχυρή και ένοπλη ουδετερότητα. Πρέπει να αποχωρήσει από το τσίρκο του ΟΗΕ και να υποστηρίξει ενεργά την Λατινική Αμερική στον αγώνα των λαών της για την ενότητα και την ανεξαρτησία τους.” Το Μανιφέστο περιγράφει μια εναλλακτική πρόταση έναντι των δύο υφιστάμενων κοινωνικών συστημάτων στην Ευρώπη, ανακηρύσσοντας την “υπεροχή της εργασίας έναντι του κεφαλαίου” και την ανωτερότητα ενός συστήματος “μυρμηγκιών”: “Εμείς θέλουμε μια ζωντανή κοινότητα με τη συμμετοχή στην παραγωγική εργασία όλων των ανθρώπων που την συνθέτουν.” Η κοινοβουλευτική δημοκρατία και η κομματική πολιτική είναι αντίθετες σε μια οργανική κοινωνία: “Μία πολιτική Σύγκλητος, η Σύγκλητος του Ευρωπαϊκού Έθνους που θα εκπροσωπεί τις ευρωπαϊκές επαρχίες και θα αποτελείται στα υψηλότερα ποσοστά της από τους τομείς της επιστήμης, της εργασίας, των τεχνών και των γραμμάτων. Ένα Συνδικαλιστικό Σώμα που θα εκπροσωπεί τα συμφέροντα όλων των παραγωγικών τάξεων της Ευρώπης, απελευθερωμένων από την οικονομική τυραννία και τις πολιτικές των ξένων συμφερόντων.” Το μανιφέστο καταλήγει: “Εμείς απορρίπτουμε την θεωρητική Ευρώπη. Απορρίπτουμε την Ευρώπη των συνθηκών. Καταδικάζουμε την Ευρώπη του Στρασβούργου για έγκλημα προδοσίας. Ή θα υπάρξει ένα ΕΘΝΟΣ ή δεν θα υπάρξει ανεξαρτησία. Σε αυτή την κατά συνθήκη Ευρώπη την οποία αρνούμαστε, εμείς αντιπαραθέτουμε την κατά νόμο Ευρώπη, την Ευρώπη των λαών, την δική μας Ευρώπη. ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΘΝΟΣ.”

Αφού δημιούργησε σχολή εκπαίδευσης πολιτικών στελεχών – ακτιβιστών (η οποία από το 1966 έως το 1968, εξέδιδε το μηνιαίο έντυπο “Κοινοτιστική Ευρώπη”), η Ευρωπαϊκή Νεολαία ξεκινά τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Κοινοτιστικού Συνδικάτου, και το 1967 μιας πανεπιστημιακής ένωσης με το όνομα “Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο”, η οποία θα είναι ιδιαίτερα δραστήρια (που αλλού…) στην Ιταλία. Από το 1963 έως το 1966, εκδίδεται εφημερίδα στα γαλλικά με τίτλο “Jeune Europe” (αρχικά εβδομαδιαία και στη συνέχεια δεκαπενθήμερη). Μεταξύ των δημοσιογραφικών τους οργάνων σε άλλες γλώσσες, πρέπει να αναφερθεί η ιταλική “Europa Combattente”, η οποία εκδίδεται σε μηνιαία βάση. Και από το 1966 έως 1968 το έντυπο “La Nation Europeenne”, το οποίο βγαίνει και στην Ιταλία με τίτλο “La Nazione Europea” από τον Claudio Muti, έως ακόμη και το 1969 (και ένα τελευταίο τεύχος εξεδόθη στη Νάπολη το 1970 από τον Pino Balzano).

 

Το “La Nation Europeenne”, ήταν μηνιαίο μεγάλο περιοδικό έως και συχνά πενήντα σελίδων και εκτός από τους συντάκτες συντρόφους, φιλοξενούσε και ξεχωριστές προσωπικότητες ιδιαίτερης πολιτιστικής και πολιτικής σημασίας όπως: τον πολιτικό επιστήμονα Christian Perroux, την Αλγερινή συγγραφέα Malek Bennabi, τον βουλευτή Francis Palmero, τον Πρέσβη της Συρίας Selim el Yafi, τον Ιρακινό Πρέσβη Nather el Omari, τους ηγέτες του FLN της Αλγερίας Cherif Belkacem, Si Larbi και Djamil Mendimred, τον πρόεδρο της ΟΑΠ Ahmed Choukairy, τον αρχηγό της αποστολής των Βιετκόνγκ στο Αλγέρι Tran Hoai Nam, τον επικεφαλής των Μαύρων Πανθήρων Stokeley Carmichael, τον ιδρυτή των “Κέντρων Αγροτικής Δράσης” Πρίγκιπα Ruspali Sforza, τους συγγραφείς Pierre Gripari και Anne-Marie Cabrini. Ανάμεσα στους μόνιμους ανταποκριτές, ο καθηγητής Souad El Charkawi (στο Κάιρο) και Gilles Munier (Αλγέρι).

Στο τεύχος Φεβρουαρίου του 1969 υπάρχει μια μεγάλη συνέντευξη που πήρε ο Jean Thiriart από τον Συνταγματάρχη Περόν, ο οποίος δήλωνε ότι διαβάζει τακτικά το “La Nation Europeenne” και ότι ασπάζεται απόλυτα όλες του τις ιδέες! Από την εξορία του στη Μαδρίτη, ο πρώην Πρόεδρος της Αργεντινής, αναγνώριζε στον Κάστρο και στον Τσε Γκεβάρα τους συνεχιστές του αγώνα για την ανεξαρτησία της Λατινικής Αμερικής που ξεκίνησε από τον καιρό του δικού του κινήματος: “Ο Κάστρο -λέει ο Περόν- είναι ένας πρωτεργάτης της απελευθέρωσης. Έχει κλίνει προς έναν ιμπεριαλισμό, επειδή ένας άλλος ιμπεριαλισμός απείλησε να τον συντρίψει. Αλλά ο στόχος των Κουβανών είναι η απελευθέρωση των λαών της Λατινικής Αμερικής. Δεν έχουν καμία άλλη πρόθεση, παρά μόνο να δημιουργήσουν ένα προγεφύρωμα για την απελευθέρωση και των άλλων ηπειρωτικών χωρών. Ο Τσε Γκεβάρα είναι ένα σύμβολο αυτής της απελευθέρωσης. Είναι μεγάλος διότι έχει υπηρετήσει μια μεγάλη ιδέα την οποία τελικά ενσαρκώνει. Είναι ένας άνθρωπος ιδεαλιστής.”

Όσο για την απελευθέρωση της Ευρώπης, ο Thiriart προσπάθησε να δημιουργήσει τις “Ευρωπαϊκές Επαναστατικές Ταξιαρχίες” που θα αναλάμβαναν επιχειρήσεις ένοπλου αγώνα κατά των κυβερνήσεων κατοχής. Ήδη το 1966 είχε μια συνομιλία με τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών Chou En Lai, στο Βουκουρέστι, και του είχε ζητήσει να υποστηρίξει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολιτικο-στρατιωτικής οργάνωσης για την καταπολέμηση του κοινού εχθρού: των ΗΠΑ. Το 1967 η προσοχή του Thiriart στρέφεται στην Αλγερία: “Μπορούμε, πρέπει, να εξετάσουμε μία πιθανή παράλληλη δράση και στρατιωτική εκπαίδευση στην Αλγερία, με την ελπίδα προπαρασκευής από τώρα, ενός είδους ευρωπαϊκού επαναστατικού Reichswehr. Οι σημερινές κυβερνήσεις του Βελγίου, της Ολλανδίας, Αγγλίας, Γερμανίας, της Ιταλίας είναι σε διάφορους βαθμούς δορυφόροι, λακέδες της Ουάσιγκτον. Γι’ αυτό εμείς οι εθνικο-ευρωπαίοι, εμείς οι ευρωπαίοι επαναστάτες, πρέπει να πάμε στην Αφρική να δημιουργήσουμε τα στελέχη μιας μελλοντικής πολιτικο-στρατιωτικής δύναμης που αφού υπηρετήσουν στην Μεσόγειο και στην Μέση Ανατολή, θα μπορούσαν μια μέρα να πολεμήσουν στην Ευρώπη για να απαλλαγούμε από τους επικυρίαρχους της Ουάσιγκτον. Delenda est Carthago.” Το φθινόπωρο του 1967 ο Gerard Bordes, διευθυντής του “La Nation Europeenne”, πηγαίνει στην Αλγερία, όπου συναντάται με τον Εκτελεστικό Γραμματέα του FLN, και με το Συμβούλιο της Επανάστασης. Τον Απρίλιο του 1968 ο Bordes επιστρέφει στο Αλγέρι, με ένα Υπόμνημά υπ’ όψιν της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Αλγερίας, που το υπέγραφε αυτός και ο Thiriart, και το οποίο περιείχε τις ακόλουθες προτάσεις:
“Ευρωπαϊκή συμβολή στην κατάρτιση ειδικών για τον αγώνα ενάντια στο Ισραήλ. Τεχνική προετοιμασία για μελλοντική άμεση δράση κατά των Αμερικανών στην Ευρώπη. Δημιουργία μίας μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών αντι-αμερικανικής και αντι-σιωνιστικής με προοπτική την ταυτόχρονη χρήση της στις αραβικές χώρες και στην Ευρώπη.”

Καθόσον οι επαφές με την Αλγερία δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα, ο Thiriart προσεγγίζει τις αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής. Από την άλλη πλευρά, στις 3 Ιουνίου του 1968 ένας αγωνιστής της Jeune Europe, ο Roger Coudroy, πέφτει με το όπλο στο χέρι από τα σιωνιστικά πυρά, την ώρα που με μια ομάδα της Αλ Φατάχ προσπαθούσε να εισέλθει στην κατεχόμενη Παλαιστίνη.

Το φθινόπωρο του 1968 ο Thiriart κλήθηκε από τις κυβερνήσεις της Βαγδάτης και του Καΐρου, και το κόμμα Μπάαθ, να ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή. Στην Αίγυπτο παρίσταται στις εργασίες έναρξης του συνεδρίου της Αραβικής Σοσιαλιστικής Ένωσης που είναι κυβερνών κόμμα της χώρας. Εκεί έχει την ευκαιρία να συναντήσει Υπουργούς καθώς και τον ίδιο τον Πρόεδρο Νάσερ. Στο Ιράκ συναντά πολλές πολιτικές προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων ηγετών της ΟΑΠ και δίνει συνεντεύξεις στον Τύπο και σε ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Αλλά ο κύριος σκοπός του ταξιδιού του Thiriart, είναι να κατορθώσει μια συνεργασία που θα οδηγήσει στην δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Σώματος, το οποίο θα συμμετέχει στον αγώνα για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης και που αργότερα θα μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα ενός Στρατού της Ευρωπαϊκής Απελευθέρωσης. Πίσω από την άρνηση της ιρακινής κυβέρνησης, βρίσκονται σοβιετικές πιέσεις και έτσι ο στόχος του αυτός θα αποτύχει. Αποθαρρύνεται από αυτή την αποτυχία, και πλέον στερούμενος επαρκών οικονομικών πόρων για να στηρίξει έναν πολιτικό αγώνα επιπέδου, ο Thiriart αποφασίζει να αποσυρθεί από την πολιτική δράση. Στη Γαλλία η οργάνωση είχε ήδη κηρυχθεί παράνομη. Στην Ιταλία αργότερα τα περισσότερα στελέχη της Νεολαίας πλαισίωσαν το “Movimento Politico Ordine Nuovo”.

Από το 1969 έως το 1981, ο Thiriart αποφασίζει να ασχοληθεί αποκλειστικά με την οπτομετρία σε επαγγελματικό και συνδικαλιστικό επίπεδο, όπου και παίζει σημαντικό ρόλο: είναι πρόεδρος της “Societe d’Optometrie” της Ευρώπης, της “Εθνικής Ένωσης Οπτικών και Οπτομετρικών” του Βελγίου, του “Centre d’Etudes des Sciences Optiques Appliquees” και είναι σύμβουλος σε διάφορες επιτροπές της ΕΟΚ. Παρ’ όλ’ αυτά, το 1975 εξέδωσε μια εκτενή συνέντευξη προς τον Michel Schneider για το “Les Cahiers du Centre de Documentation Politique Universitaire” στην Αιξ-αν-Προβάνς και βοηθά τον Yannick Sauveur στη σύνταξη της διδακτορικής διατριβής του για πανεπιστημιακή θέση, με τίτλο “Ο Jean Thiriart και ο Ευρωπαϊκός εθνο-κοινοτισμός (Πανεπιστήμιο Παρισίων, 1978). Αυτή η εργασία του Sauveur είναι η δεύτερη πανεπιστημιακού επιπέδου μελέτη αφιερωμένη στις πολιτικές δραστηριότητες του Thiriart, έξι χρόνια μετά την πρώτη που είχε παρουσιαστεί στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών και ήταν μια διατριβή του Jean Beelen για την δράση του “Κινήματος Δράσης Πολιτών” (Mouvement d’Action Civique).

Το 1981, μια επίθεση εναντίον του από Σιωνιστές τραμπούκους στο γραφείο του στις Βρυξέλλες προκαλεί τον Thiriart να συνεχίσει την πολιτική του δραστηριότητα. Αποκαθιστά επαφή με έναν πρώην συντάκτη του περιοδικού “Nation Europeenne”, τον Ισπανό ιστορικό Bernardo Gil Mugarza, ο οποίος, κατά τη διάρκεια μιας εκτενούς συνέντευξης (εκατόν οκτώ ερωτήσεις), του δίνει την ευκαιρία να επικαιροποιήσει και να εμβαθύνει την πολιτική του σκέψη. Παίρνει σάρκα και οστά με τον τρόπο αυτό, ένα βιβλίο που ήθελε ο Thiriart να δημοσιεύσει στα ισπανικά και στα γερμανικά, το οποίο όμως παρέμενε αδημοσίευτο μέχρι εκείνη την στιγμή.

Το 1982 γνωρίζει τον Luc Michel, ο οποίος δύο χρόνια αργότερα θα ιδρύσει στο Βέλγιο το Εθνικό Κοινοτιστικό Κόμμα Ευρώπης. Ο Thiriart γίνεται ένα είδος πολιτικού συμβούλου του κόμματος και συνεργάζεται στο “Conscience Europeenne” (Ευρωπαϊκή Συνείδηση), το περιοδικό που εκδίδει ο Luc Michel.

Στις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα, Thiriart εργάζεται πάνω σε ένα βιβλίο που δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας: Η Ευρω-Σοβιετική Αυτοκρατορία από το Βλαδιβοστόκ ως το Δουβλίνο. Τα περιεχόμενά του περιλαμβάνουν δεκαπέντε κεφάλαια, καθένα από τα οποία χωρίζεται σε επιμέρους ενότητες. Όπως προκύπτει από τον τίτλο του έργου αυτού, η θέση του Thiriart ως προς την Σοβιετική Ένωση έχει αλλάξει σημαντικά. Εγκαταλείποντας το παλιό σύνθημα “Ούτε Ουάσιγκτον, ούτε Μόσχα”, υιοθετεί πλέον ο Thiriart μια θέση που θα μπορούσε να συνοψιστεί κάπως έτσι: “Με την Μόσχα εναντίον της Ουάσιγκτον.” Ήδη άλλωστε, πριν από δεκατρία χρόνια, σε ένα άρθρο του με τίτλο “Η Πράγα, η ΕΣΣΔ και η Ευρώπη” (“La Nation Europeenne”, τ.29, Νοέμβριος 1968), είχε καταγγείλει σιωνιστικές δολοπλοκίες για την “Άνοιξη της Πράγας”. Ο Thiriart είχε εκφράσει κάποια ικανοποίηση με τη σοβιετική επέμβαση και είχε αρχίσει να σκιαγραφεί μια “στρατηγική της προσοχής” έναντι της Σοβιετικής Ένωσης. “Μία Δυτική Ευρώπη ΜΗ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ -έγραφε τότε- θα επέτρεπε στην Σοβιετική Ένωση να διαδραματίσει έναν ρόλο σχεδόν ανταγωνιστικό των ΗΠΑ. Μία Δυτική Ευρώπη σύμμαχος, ή μία Δυτική Ευρώπη ΕΝΝΙΑΙΑ με την ΕΣΣΔ θα ήταν το τέλος του αμερικάνικού ιμπεριαλισμού (…) Αν οι Ρώσοι θέλουν να αφαιρέσουν τους Ευρωπαίους από την Αμερικανική επιρροή -και μακροπρόθεσμα θα πρέπει να εργαστούν για αυτό- πρέπει να προσφέρουν, σε αντάλλαγμα για την αμερικανική ΧΡΥΣΗ ΣΚΛΑΒΙΑ, την ευκαιρία να οικοδομήσουμε μια πολιτική Ευρωπαϊκή οντότητα. Αν φοβούνται, ο καλύτερος τρόπος για να το αποτρέψουν αυτό είναι να ενσωματωθούν.”

Στη Μόσχα, Thiriart πηγαίνει τον Αύγουστο του 1992, μαζί με τον Michel Schneider, εκδότη του περιοδικού “Nationalisme et Republique”. Οικοδεσπότης τους εκεί είναι ο πολύ δραστήριος Αλεξάντρ Ντούγκιν, ο οποίος τον Μάρτιο του ίδιου έτους είχε υποδεχτεί τον Alain de Benoist και τον Robert Steuckers, ενώ τον Ιούνιο είχε δώσει συνέντευξη στην τηλεόραση της Μόσχας με τον Ιταλό Claudio Mutti, που μαζί του παρουσίασε την “φαιοκόκκινη” αντιπολίτευση. Η δραστηριότητα τoυ Thiriart στη Μόσχα, όπου υπάρχουν εκεί και παλαιοί συναγωνιστές του από την Ιταλία, είναι πολύ έντονη. Δίνει συνεντεύξεις τύπου, συμμετέχει σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με τους Προχάνωφ, Λιγκάσεφ, Ντούγκιν, Σουλτάνωφ και την εφημερίδα “Den”, η οποία δημοσιεύει στο φύλλο 34(62) ένα κείμενο του Thiriart υπό τον τίτλο “Ευρώπη ως το Βλαδιβοστόκ”. Έχει επίσης συνάντηση με τον Γενάντι Ζουγκάνωφ, αποκτά επαφές με αρκετά μέλη της “φαιοκόκκινη” αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένων των Νικολάι Παβλόφ και Σεργκέι Μπαμπούριν. Έχει δημόσια συζήτηση με τον φιλόσοφο και ηγέτη του Κόμματος της Ισλαμικής Αναγέννησης Γκαϊντάρ Τζεμάλ, και συμμετέχει επίσης σε μια διαδήλωση Αράβων φοιτητών στους δρόμους της Μόσχας.


 
O Jean Thiriart με τον Aleksandr Dugin στην Μόσχα.
 

 
Αύγουστος 1992: Ο Thiriart μαζί με Άραβες φοιτητές στη Μόσχα, έξω από το Ρωσικό Κοινοβούλιο που είχε συνάντηση εργασίας με τον Guenadi Zuganov και τον Egor Ligatchev. Διαδηλώνουν ενάντια στην Αμερική.


Claudio Mutti και Aleksandr Dugin

Στις 23 Νοεμβρίου, τρεις μήνες μετά την επιστροφή του στο Βέλγιο, ο Thiriart πεθαίνει από καρδιακή προσβολή.

Σήμερα χαρακτηρίζεται αναμφισβήτητα ως προφήτης της ενωμένης Ευρώπης από το Δουβλίνο μέχρι το Βλαδιβοστόκ. Μίας ιδέας για Ευρώπη αυτόνομη, ένοπλη, αντιιμπεριαλιστική, κοινοτιστική. Ένα επαναστατικό όραμα ενός μεγάλου έθνους στην Ευρασία.

Ο Thiriart απέρριπτε τις κατηγορίες ότι ήταν φασίστας. Ήξερε, ότι για να ξεφύγει από την πολιτική απομόνωση, έπρεπε να απορρίψει τις νοσταλγικές παγίδες της προπολεμικής εποχής και να προσαρμοστεί στις πολιτικές και κοινωνικές πραγματικότητες της δεκαετίας του 1960. Απέρριψε τον εθνικοσοσιαλισμό ως παρωχημένο και κατηγορούσε όσους γυρνούσαν με σβάστικες, ως νοσταλγούς και γελοίες καρικατούρες. Αντ’ αυτού, επαναπροσδιόρισε μία εντελώς νέα τοποθέτηση, πέρα από το συνηθισμένο πολιτικό φάσμα: “Θεωρούμε τους εαυτούς μας ως την πρώτη γραμμή του Κέντρου, η avant-garde του Κέντρου. Τα σχήματα των πολιτικών προσδιορισμών σήμερα, από την άκρα δεξιά στην άκρα αριστερά είναι εντελώς ξεπερασμένα.”

Το πιο διάσημο και αναμφισβήτητα προφητικό βιβλίο του Jean Thiriart, έχει τίτλο “Ευρώπη: Μια αυτοκρατορία 400 εκατομμυρίων ανθρώπων”. Εξεδόθη το 1964, έχει μεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες (στην Ελλάδα όχι και γενικά ο Thiriart είναι παντελώς άγνωστος), πουλά ακόμα χιλιάδες αντίτυπα και σίγουρα έχει επηρεάσει ιστορικά τις πολιτικές εξελίξεις. Είναι προφητικό, επειδή προέβλεψε την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος, και αυτό μια δεκαετία πριν από το ρεύμα του “ευρωκομμουνισμού”. Όπως και ο Yockey, θεωρεί την Ευρώπη σαν μία δύναμη που έχει μονοπωλιακά την αποστολή να εκπολιτίζει στον κόσμο. Γράφει χαρακτηριστικά: “Στο τρένο της ιστορίας, η Ευρώπη αντιπροσωπεύει την ενέργεια που κινεί την ατμομηχανή και οι μαύρες φυλές αντιπροσωπεύουν τα βαγόνια.” Η περιγραφή της ηγεμονίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη εξακολουθεί να είναι πραγματικά επίκαιρη και σίγουρα ο Thiriart υπερβαίνει τις διάφορες ιδεολογικές αγκυλώσεις, ιδιαίτερα του εθνοκεντρικού πολιτικού χώρου της Ευρώπης. Στο αντίτυπο που χάρισε κάποτε στον Claudio Mutti είχε γράψει μια ιδιόχειρη αφιέρωση που αντηχεί προς τους νεότερους αναγνώστες: “Η δική σας γενιά είναι η πιο όμορφη. Έχετε μπροστά σας μια αυτοκρατορία να οικοδομήσετε.” Σε αντίθεση με τον Luttwak και τον Toni Negri, ο Thiriart γνώριζε ότι η αυτοκρατορία είναι το ακριβώς αντίθετο του ιμπεριαλισμού και ότι οι ΗΠΑ δεν είναι μία Ρώμη, αλλά μία Καρχηδόνα.

ΕΥΡΩΠΗ – ΕΘΝΟΣ – ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Το βιβλίο “Ευρώπη: Μια αυτοκρατορία 400 εκατομμυρίων ανθρώπων” από τις εκδόσεις “Avatar” που έχει σήμερα ο Claudio Mutti.


16 Οκτωβρίου 2011: Ο Claudio Mutti με τον Aleksandr Dugin στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας σε συνέδριο που διοργάνωσαν με θέμα “Η ελληνική παράδοση ενάντια στον μεταμοντέρνο κόσμο”. Το περιοδικό που εκδίδει σήμερα ο Claudio Mutti.

 

http://4pt.su/el/content/o-jean-thiriart-kai-i-idea-tis-megalis-koinotistikis-eyropis


Questo articolo è coperto da ©Copyright, per cui ne è vietata la riproduzione parziale o integrale. Per maggiori informazioni sull'informativa in relazione al diritto d'autore del sito visita Questa pagina.


 

Claudio Mutti, antichista di formazione, ha svolto attività didattica e di ricerca presso lo Studio di Filologia Ugrofinnica dell’Università di Bologna. Successivamente ha insegnato latino e greco nei licei. Ha pubblicato qualche centinaio di articoli in italiano e in altre lingue. Nel 1978 ha fondato le Edizioni all'insegna del Veltro, che hanno in catalogo oltre un centinaio di titoli. Dirige il trimestrale “Eurasia. Rivista di studi geopolitici”. Tra i suoi libri più recenti: A oriente di Roma e di Berlino (2003), Imperium. Epifanie dell’idea di impero (2005), L’unità dell’Eurasia (2008), Gentes. Popoli, territori, miti (2010), Esploratori del continente (2011), A domanda risponde (2013), Democrazia e talassocrazia (2014), Saturnia regna (2015).